ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ
Εποπτεία
Η ύπαρξη εποπτείας είναι απαραίτητη για όλα τα άτομα που παρέχουν ψυχοθεραπευτικές ή συμβουλευτικές υπηρεσίες, καθώς έρχονται αντιμέτωπα με πολύπλοκα τοπία και κατέχουν θέση ευθύνης για την παροχή συναισθηματικής φροντίδας. Η εποπτεία δίνει την ευκαιρία στους θεραπευτές/τριες και στους σύμβουλους ψυχικής υγείας να εξερευνήσουν το βίωμα τους και να αναγνωρίσουν πιθανές εμπλοκές και προκλήσεις στις συνεδρίες που παρέχουν.
Είναι μια διαδικασία διερεύνησης ευρείας θεματολογίας, όπως δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο/ η εποπτευόμενος/η στο υπάρχον εργασιακό πλαίσιο, τα ζητήματα ηθικής και δεοντολογίας, η διαχείριση συναισθημάτων που προκύπτουν από τις αφηγήσεις των θεραπευόμενων, και ό,τι άλλο τους/ τις προβληματίζει σχετικά με το θεραπευτικό τους έργο.
Μέσω των ερωτήσεων η επόπτρια δίνει χώρο να αναλυθούν παραδείγματος χάριν, η ύπαρξη προβολικών ταυτίσεων, όταν οι ιστορίες που ακούγονται στο θεραπευτικό δωμάτιο συνηχούν και αγγίζουν τις εμπειρίες των θεραπευτών/ τριών. Επιπλέον, ασχολείται με ζητήματα ηθικής και δεοντολογίας, διερευνώντας τα όρια της θεραπευτικής σχέσης και το πως επιλέγει το άτομο να λειτουργεί στον επαγγελματικό του ρόλο. Αναγκαία συστατικά της διαδικασίας είναι η αναγνώριση της πολυφωνικότητας των ατόμων, αλλά και οι επιδράσεις του εκάστοτε πλαισίου, πολιτισμού, και κουλτούρας.
Είναι μια συνεργατική και συνθετική πρακτική, που διαμορφώνεται από το μοντέλο των Harlene Anderson και Suzan Swim, τη συστημική θεωρία, και βιωματικές πρακτικές έκφρασης, στα οποία έχει εκπαιδευτεί η επόπτρια.
Έτσι, διαμορφώνεται ένα πλαίσιο ισότιμης συνεργασίας, που δεν αντιμετωπίζει τον/την επαγγελματία ψυχικής υγείας ως ‘’μαθητευόμενο’’ στη διαδικασία της εποπτείας, αφού η επόπτρια έχει τη θέση μέντορα, παρά ειδικού. Μέσα στη διαδικασία δηλαδή αμφισβητείται ότι η γνώση έρχεται μονάχα από την επόπτρια, αλλά αναγνωρίζονται και οι ήδη υπάρχουσες γνώσεις και δεξιότητες του εποπτευόμενου ατόμου.
Οι ερωτήσεις ανοίγουν πεδία, και συνδέουν το άτομο με πτυχές της εμπειρίας του που στέκονται βοηθητικές στο έργο του. Ο διάλογος μεταξύ των δυο συμμετεχόντων εμπνέει ταυτόχρονα και τις δύο πλευρές, ακολουθώντας ένα μεταμοντέρνο μοντέλο εποπτείας που και τα δύο ή παραπάνω μέλη έχουν ισότιμο ρόλο. Με αυτό τον τρόπο ο/ η εποπτευόμενος είναι ειδικός στη ζωή και τις αφηγήσεις του/της, ενώ η επόπτρια παρέχει ερωτήσεις διεύρυνσης της υπάρχουσας οπτικής, με καλοπροαίρετη περιέργεια και σεβασμό.
Η εποπτεία μπορεί επίσης να έχει τη μορφή ομάδας, όπου η επόπτρια συντονίζει μια ομάδα θεραπευτών/τριών/ συμβούλων, με στόχο την ενίσχυση των δεξιοτήτων της ομάδας σε ταυτόχρονο χρόνο. Οι ομάδες εποπτείας ακολουθούν τις ίδιες αρχές με τις ατομικές συναντήσεις, αλλά δίνουν τη δυνατότητα να ακουστούν πολύ περισσότερες φωνές για ένα βίωμα, δημιουργώντας ένα σύστημα αμοιβαίας μάθησης.
Η εποπτεία υποστηρίζει το εποπτευόμενο άτομο γνωστικά, μέσω της προτεινόμενης βιβλιογραφίας που του δίνεται και περιέχει βιβλία, άρθρα, βίντεο και επιμορφωτικό υλικό. Φροντίζει όμως το εποπτευόμενο και συναισθηματικά, αφού αποτελεί ένα συνολικό βίωμα ενδυνάμωσης.
Προσφέρει έναν ασφαλή χώρο ελεύθερης έκφρασης των συναισθημάτων που επανασυνδέει τους επαγγελματίες με τις δεξιότητες τους.
Στόχος του διαλόγου είναι οι θεραπευτές/ σύμβουλοι να διευρύνουν τις ιδέες τους σχετικά με την πρακτική τους, αλλά και τη θεραπεία συνολικά, επιλέγοντας κάθε φορά τον τρόπο που συνδέονται με τα θεραπευόμενα.
Με τους παραπάνω τρόπους θα έλεγε κανείς ότι η εποπτεία λειτουργεί ως μέσο υποστήριξης και των εποπτευόμενων, αλλά και των θεραπευόμενων ατόμων, τα οποία έμμεσα λαμβάνουν μια πιο εμπλουτισμένη εμπειρία χάρη στην ύπαρξη της φωνής της επόπτριας.
